ISSN:

Οι Σπουδές Διασποράς Μάς Καλούν

Μια από τις δραματικές ανακατατάξεις που επέφερε η οικονομική κρίση στην ελληνική κοινωνία ήταν η μαζική έξοδος νέων ανθρώπων από τη χώρα. Για μια ακόμη φορά στην ιστορία της, η ελληνική κοινωνία βίωσε κάτω από ασφυκτικές συνθήκες την εκροή σημαντικού ανθρώπινου δυναμικού. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτό συνέβη σε ανύποπτο χρόνο, όταν τα κύματα μαζικής μετανάστευσης που σημάδεψαν την ιστορία της Ελλάδας θεωρούνταν ανεπίστρεπτο παρελθόν. Λόγω της αίσθησης οικονομικής ευδαιμονίας που επικρατούσε προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και μερικά χρόνια αργότερα, καλλιεργήθηκε η άποψη ότι η μετανάστευση και, επομένως, η δημιουργία μιας νέας διασποράς δεν αφορούσαν πλέον τους έλληνες πολίτες. Και όμως, η ιστορία αψήφησε πάλι τις προβλέψεις, τελικά επιφύλασσε εκπλήξεις.

Στη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε την τελευταία δεκαετία, η ελληνική διασπορά στο εξωτερικό επανήλθε στο προσκήνιο ως θέμα μείζονος κοινωνικής και πολιτικής σημασίας. Η αναστάτωση στις άμεσα εμπλεκόμενες οικογένειες, οι ανησυχίες για την απώλεια του ανθρώπινου κεφαλαίου και το ερώτημα της σχέσης της νέας διασποράς με την Ελλάδα, όλα συντέλεσαν σε αυτή την εξέλιξη. Η συζήτηση για την «ψήφο των αποδήμων» αναζωπυρώθηκε. Το ερευνητικό ενδιαφέρον των πανεπιστημιακών στράφηκε πιο ενεργά προς το λεγόμενο brain drain. Ταυτόχρονα η ελληνοαμερικανική διασπορά απέδειξε για πολλοστή φορά την προθυμία της να συνδράμει την Ελλάδα με ανθρωπιστική και άλλων ειδών βοήθεια. Ο ρόλος των διασπορικών κοινοτήτων και οι σχέσεις τους με την Ελλάδα τέθηκαν ξανά επί τάπητος.

Εν μέσω αυτών των ζυμώσεων διαφάνηκε ένα πρόσθετο σχετικό θέμα, το οποίο αποτελεί μείζον πρόβλημα κατά τη γνώμη πολλών πανεπιστημιακών. Πρόκειται για την έλλειψη προγραμμάτων ή ερευνητικών κέντρων που θα επικεντρωθούν στη μελέτη της σημερινής ελληνικής διασποράς με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, τα οποία δεν υπάρχουν ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Αμερική. Μέχρι στιγμής, βέβαια, υπάρχουν οι πολύτιμες συνεισφορές σε συγκεκριμένους επιστημονικούς κλάδους, οι διάσπαρτες περιπτώσεις ερευνητών ή ερευνητικών ομάδων με σημαντικό έργο –όπως για παράδειγμα η έρευνα για την ελληνόφωνη εκπαίδευση στη διασπορά– ακόμα και οι εντυπωσιακές συμβολές από αφοσιωμένους μελετητές και μελετήτριες. Όμως διαπιστώνεται ότι το πρόβλημα αφορά την ίδια τη θεσμική κλίμακα και την προοπτική των διασπορικών σπουδών. Και τα δύο είναι απελπιστικά περιορισμένα.

Στις σημερινές συνθήκες προβάλλει επιτακτικά το αίτημα της δημιουργίας κέντρων μελέτης της ελληνικής διασποράς ανά τον κόσμο. Για ποιο λόγο, θα αναρωτιόταν κανείς. Ποιο το όφελος και για ποιους;

Η υλοποίηση τέτοιων ερευνητικών προγραμμάτων στην Ελλάδα έχει ήδη δείξει τη χρησιμότητά της ως συμβολή στην οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη της χώρας, ενδυναμώνοντας ταυτόχρονα την πολιτισμική ταυτότητα των διασπορικών Ελλήνων. Από αυτή την άποψη, οι οικονομικά ισχυρές διασπορικές κοινότητες, όπως της Βόρειας Αμερικής και της Αυστραλίας, προσφέρονται ως μια εν δυνάμει πηγή οικονομικής και κοινωνικής συνεισφοράς στην ελληνική κοινωνία. Επενδύσεις, φιλανθρωπικό και ανθρωπιστικό έργο, παραγωγή τεχνικών και άλλων γνώσεων από επαγγελματίες που έχουν εμπλουτίσει την κατάρτισή τους με την επικοινωνία των ερευνητικών κοινοτήτων, αποτελούν συμβολή υψηλής αξίας στην ανάπτυξη της χώρας.1

H κατανόηση αυτού του φαινομένου δεν είναι ανεξάρτητη από τις πρακτικές του διαστάσεις. Η γνώση για τις διασπορικές κοινότητες, αλλά και από τις διασπορικές κοινότητες, έχει τεθεί στην υπηρεσία χάραξης κυβερνητικών πολιτικών. Οι φορολογικές διευκολύνσεις, τα κίνητρα, η δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών έχουν συζητηθεί με σκοπό να επιτευχθούν οι ροές πόρων, οι επενδύσεις, οι δωρεές και η εισαγωγή τεχνογνωσίας στην Ελλάδα, όπως και οι εξαγωγές προϊόντων.

Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται η ανάγκη να κατανοήσουμε το φαινόμενο της ελληνικής διασπορικής ταυτότητας. Στην ελληνοαμερικανική περίπτωση, για παράδειγμα, η μελέτη των διεργασιών με τις οποίες παράγεται η ταυτοτική σύνδεση με την Ελλάδα γίνεται αντιληπτή ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη χάραξη των πολιτικών που θα επιτρέψουν τη διατήρησή της. Ταυτότητα, ροές κεφαλαίων και τεχνογνωσίας συνάπτονται στο πλαίσιο μιας σχέσης ωφέλιμης αμοιβαιότητας.

Ωστόσο, η διασπορά, ως φαινόμενο, δεν περιορίζεται στις σχέσεις που δημιουργούνται και συντηρούνται ως μονόδρομος από τους Έλληνες του εξωτερικού αποκλειστικά προς την Ελλάδα. Όπως έχω επισημάνει αλλού, οι διασπορικές συλλογικότητες δημιουργούν ποικίλες και αμφίδρομες πολιτισμικές εκφράσεις εκεί όπου διαμένουν. Στην Ελληνική Αμερική, λόγου χάρη, το μουσικό σύνολο «Αναμπουμπούλα» αναμειγνύει το κλαρίνο και το τουμπερλέκι με την ηλεκτρονική φανκ. Στο έργο του ελληνοαυστραλού ζωγράφου Νίκου Σουλάκη συνυπάρχουν στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας και αυτής των γηγενών κατοίκων της Αυστραλίας. Διασπορά σημαίνει συνάντηση με άλλους πολιτισμούς και παραγωγή πολυδαίδαλων αλληλεπιδράσεων.

Είναι σημαντικό επίσης να θυμόμαστε ότι κάθε διασπορική κοινότητα χαρακτηρίζεται από εσωτερική ετερογένεια. Στον χώρο της δραστηριοποιούνται διαφόρων ειδών ταυτότητες, μερικές από τις οποίες είναι διαφιλονικούμενες. Λόγου χάρη, υπήρξαν Ελληνοαμερικανοί που συμμετείχαν στον αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων κατά τις δεκαετίες του 1940 και του 1950, ενώ άλλοι παρέμειναν αδρανείς. Η στάση της ελληνορθόδοξης εκκλησίας στην Αμερική είναι συναφής περίπτωση. Ο ακτιβισμός του Αρχιεπισκόπου Ιακώβου και πιο πρόσφατα του Ελπιδοφόρου έχουν πυροδοτήσει ευρεία συζήτηση όσον αφορά τη θεολογική λογική και τις κοινωνικές αναγκαιότητες που στρέφουν την εκκλησία προς τον αντιρατσιστικό ακτιβισμό, μια συζήτηση που δείχνει ότι θέσεις σαν κι αυτές δεν είναι καθολικά αποδεκτές από το ελληνοαμερικανικό ποίμνιο.

Η ταυτότητα στη διασπορά, επομένως, όπως και στην Ελλάδα, συνδέεται με θέσεις θεσμών και ατόμων. Τι είδος ελληνοαμερικανού ή ελληνογερμανού πολίτη προτείνεται από την αντίστοιχη διασπορά; Ποια απάντηση δίνεται στην ερώτηση «τι σημαίνει να είναι κανείς Έλληνας» ανά τον κόσμο κατά τον εικοστό πρώτο αιώνα; Θεωρώ ότι μια τέτοια προβληματική αποτελεί ιδιαίτερα γόνιμη αφετηρία για την καλλιέργεια των διασπορικών σπουδών και για την αναγνώριση της πολυεπίπεδης συμβολής τους στο κοινωνικό σύνολο.

Το πεδίο της διασποράς δημιουργείται μέσω της αμφίδρομης διακίνησης ιδεών, γνώσης και πολιτιστικών προϊόντων –όπως η λογοτεχνία, τα ντοκιμαντέρ, ο κινηματογράφος, οι μελέτες, η αυτοβιογραφία, η μουσική– μεταξύ της κάθε διασποράς και της Ελλάδας σε παγκόσμιο επίπεδο. Η σημασία αυτού του φαινομένου για την αμοιβαία κατανόηση των Ελλήνων ανά τον κόσμο είναι πολύπλευρη. Θα περιοριστώ εδώ σε μερικά παραδείγματα του ελληνοαμερικανικού πεδίου: το μυθιστόρημα Middlesex του Τζέφρι Ευγενίδη και το ντοκιμαντέρ Παλικάρι για τον συνδικαλιστή Λούις Τίκας μεταφέρουν στο ελληνικό κοινό καταστάσεις που συνδέουν διάφορους κόσμους Ελλήνων, πέρα από σύνορα. Συνδέουν τη Σμύρνη με το Ντιτρόιτ· την Κρήτη με το Κολοράντο. Συχνά, οι ιδέες που προέρχονται από τη διασπορά είναι ρηξικέλευθες ή πρωτότυπες. Ας σκεφτούμε τον Νικόλα Κάλα, τον Γιώργο Οικονόμου και την Annie Liontas. Ή πανεπιστημιακούς που έχουν κατά καιρούς προτάξει αντισυμβατικές θεωρήσεις της λογοτεχνίας και της ελληνικής διασποράς.

Αυτές οι πολιτισμικές ροές συμπλέκονται με το ερώτημα τι σημαίνει να είσαι έλληνας πολίτης ανά τον κόσμο σήμερα. Προτείνεται η αλληλεγγύη με άλλες εθνοτικές ομάδες; Προκρίνεται η πολιτιστική καθαρότητα ή υποστηρίζεται η διαπολιτισμικότητα; Οι απαντήσεις σε ερωτήματα τέτοιας υφής έχουν αντίκτυπο στο είδος της κοινωνίας που επιθυμούμε.

Η ροή ιδεών θίγει ζητήματα και φέρνει στο προσκήνιο προβληματισμούς που αφορούν διεθνικούς θεσμούς, συλλογικότητες, επαγγελματικούς κλάδους και άτομα στην Ελλάδα και σε κάθε διασπορική κοινότητα. Μας αφορά όλους.

Οι ιδέες τις οποίες παράγει η κάθε διασπορά απαιτούν εξέταση και δημόσιο διάλογο, τα οποία είναι αδύνατον να διεξαχθούν με ουσιαστικό τρόπο χωρίς υπεύθυνη και συγκροτημένη γνώση για τις διασπορικές συλλογικότητες. Εδώ έγκειται η σημασία των διασπορικών σπουδών. Αποτελούν φορέα αυτογνωσίας και δημιουργίας μορφωμένων πολιτών. Συμβάλλουν στην αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των διασπορικών κοινοτήτων και της Ελλάδας. Συμβάλλουν ουσιαστικά στον διάλογο για την ελληνική ταυτότητα στον εικοστό πρώτο αιώνα.

Οι διασπορικές σπουδές αποτελούν δημόσιο αγαθό που καλεί την κοινωνία των πολιτών να στοχαστεί τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις της και να πράξει ανάλογα. Ο εμπλουτισμός της πολιτισμικής μας ζωής και τα δημόσια οφέλη που προσφέρουν είναι οπωσδήποτε σημαντικοί λόγοι για να ανταποκριθούμε στο κάλεσμά τους, να ενισχυθεί η θεσμική τους υποστήριξη και να διευρυνθεί η προοπτική τους.

Γιώργος Αναγνώστου
Αύγουστος 2020


Υποσημείωση

1. Δες, Antonis Kamaras, 2020. “Renewing Diaspora Studies in Greece: A Research Agenda,” Hellenic Foundation for European & Foreign Policy (ELIAMEP), June 30.